μελεαγρίς — guinea fowl fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελεαγρίδας — μελεαγρίς guinea fowl fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελεαγρίδες — μελεαγρίς guinea fowl fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελεαγρίδος — μελεαγρίς guinea fowl fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελεαγρίδων — μελεαγρίς guinea fowl fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Turkey (bird) — For the familiar species, see Domestic turkey and Wild Turkey. For other uses, see Turkey (disambiguation). Meleagris redirects here. For other uses, see Meleagris (disambiguation). Turkey Temporal range: Early Miocene to Recent … Wikipedia
Truthühner — Truthuhn, Männchen (Meleagris gallopavo) Systematik Unterstamm: Wirbeltiere (Vertebrata) Klas … Deutsch Wikipedia
ακοντίας — (acontias). Γένος λεπιδωτών ερπετών της οικογένειας των σκινκιδών. Είναι σαύρα με οφιοειδές σώμα, χωρίς άκρα ή με πολύ ατροφικά. Ζει στη νότια Αφρική, στη Μαδαγασκάρη και στη Σρι Λάνκα. Το νοτιοαφρικανικό είδος α. η μελεαγρίς, έχει υπόλευκο χρώμα … Dictionary of Greek
γάλος — Ορνιθόμορφο πτηνό της μικρής οικογένειας των μελεαγριδιδών, που περιλαμβάνεται στην ευρεία και ετερογενή υπόταξη των γάλων. Η επιστημονική ονομασία του είναι μελεαγρίς ο αλεκτρυνοταώς ή ινδόρνιθα. Καλείται επίσης γ. ο κοινός (γαλοπούλα ή διάνος)… … Dictionary of Greek
μελέαγρος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γιος του βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα και της Αλθαίας. Αναφέρεται ως ήρωας και σπουδαίος κυνηγός, ο οποίος σκότωσε τον φοβερό κάπρο που κατέστρεφε τους αγρούς της Καλυδώνας· ο κάπρος είχε σταλεί… … Dictionary of Greek